Χθες το βράδυ βρέθηκα σε συναυλία του Γιώργου Νταλάρα στη Δάφνη. Μαζί με άλλους αξιόλογους καλλιτέχνες, όπως η Δέσποινα Ολυμπίου και ο Δημήτρης Μπάσης, γυρίζουν τις γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά, προσφέροντας την ευκαιρία σε κάποιους λιγότερο τυχερούς να ψυχαγωγηθούν με καλή Ελληνική μουσική για 2 ώρες, χωρίς να χρειάζεται να πληρώσουν εισιτήριο.

Με το Γιώργο Νταλάρα, υποψιάζομαι πως οι πολιτικές μας πεποιθήσεις δε συμπίπτουν. Και λέω υποψιάζομαι, δεδομένου του ότι ούτε ιδιαίτερα συνεπής μα ούτε ιδιαίτερα σαφής έχει υπάρξει. Σίγουρα πάντως δεν ασπάζομαι τη δήλωσή του, πως «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του». Ανήκει και στα ψάρια του, αλλά ανήκει και στην Ελλάδα, η οποία αν συνεχίσει να παραχωρεί και να χάνει κυριαρχικά δικαιώματα, θα καταντήσει όπως το Βυζάντιο στα μέσα του 15ου αιώνα.

Αντίθετα, οι μουσικές μας απόψεις συμπίπτουν πέραν πάσης αμφιβολίας. Ο Νταλάρας τραγούδησε Θεοδωράκη, Κουγιουμτζή και Λοΐζο, κράτησε ζωντανό το ρεμπέτικο και τον Τσιτσάνη, ανέδειξε και στήριξε πολλούς νέους και ταλαντούχους καλλιτέχνες (Μαχαιρίτσας, Τσαλιγοπούλου, Ασλανίδου, Πυξ Λαξ), συνεργάστηκε με αναμορφωτές της Ελληνικής μουσικής σκηνής όπως οι αδελφοί Κατσιμίχα και ο Παπακωνσταντίνου αλλά και ιερά τέρατα όπως η Μαρινέλλα. Τέλος είναι ένας εκπληκτικός μουσικός και ενορχηστρωτής και η ζωντανή ιστορία του Ελληνικού τραγουδιού, το οποίο αποτελεί μέρος του πολιτισμού και της πολιτιστικής κληρονομιάς μας.

Αυτά όμως ελπίζω να τα παραθέσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες σε μελλοντικό άρθρο. Η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα είναι πως οι λίγες ηλιαχτίδες ποιοτικής μουσικής που φωτίζουν το σκοτεινό και άκομψο μουσικό ουρανό σήμερα, θα ήταν πολύ λιγότερες χωρίς το Γιώργο Νταλάρα. Επίσης αλήθεια είναι πως αν αυτοί που μας κυβερνούν σήμερα είχαν δώσει ότι έχει δώσει ο Νταλάρας και είχαν πάρει ότι έχει πάρει ο Νταλάρας, τα πράγματα θα ήταν σαφώς καλύτερα.

Ξεφύγαμε όμως, οπότε ας επιστρέψουμε στη χθεσινή συναυλία, όπου μπαίνοντας συνάντησα περίπου 2,000 ανθρώπους, στην πλειοψηφία τους άνω των 50 και πιθανότατα συνταξιούχους. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που συνήθως συναντάμε τις πρωινές ώρες, όταν πηγαίνουμε στη δουλειά μας ή σε κάποιο ραντεβού, στημένους υπομονετικά σε κάποια ουρά δημόσιου φορέα• ή σε κάποιο δρόμο φορτωμένους με τα (ολοένα λιγότερα) ψώνια της λαϊκής• ή σε κάποιο λαϊκίστικο κανάλι που θέλει να ανεβάσει την ακροαματικότητά του εκμεταλλευόμενο την αγωνία τους. Μπαίνοντας μέσα, λοιπόν, ένιωσα άσχημα που εγώ και η παρέα μου θα καταλαμβάναμε κάποιες από τις θέσεις που αυτοί οι άνθρωποι θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουνε για να ξαποστάσουν αναπάντεχα από τη σκληρή, ολοένα σκληρότερη, πραγματικότητά τους.

Καθώς η ώρα περνούσε, παρατήρησα πως σε μία από τις γωνιές του γηπέδου είχαν μαζευτεί περίπου 20-25 νεαροί και νεαρές, ντυμένοι πανομοιότυπα (κουκούλες, μαντήλια, φόρμα, μποτάκια και με σακίδια πλάτης) οι οποίοι έδειχναν να έχουν κακές διαθέσεις• αλλά και προθέσεις, τις οποίες όπως φάνηκε σκόπευαν να υλοποιήσουν οργανωμένα.

Πράγματι, λίγο πριν την έναρξη της συναυλίας και κατά τη διάρκεια του καλωσορίσματος του δημοκρατικά εκλεγμένου δημάρχου της περιοχής, το κλίμα εντάθηκε και με το που ανέβηκε ο Νταλάρας στη σκηνή, άρχισαν να εκτοξεύονται μπουκάλια, νεράντζια και άλλα αντικείμενα προς τη σκηνή. Για τις επόμενες δύο ώρες, η ομάδα των 20-30 ατόμων, τρομοκράτησε μουσικούς τραγουδιστές αλλά και τον στην πλειοψηφία του ηλικιωμένο κόσμο, ο οποίος αγανακτισμένος τους παρότρυνε να αποχωρήσουν ή τουλάχιστον να μην καταπατήσουν το δικαίωμα του Έλληνα πολίτη να κάνει αυτό που επιθυμεί. Καθώς η ώρα περνούσε, η εναλλαγή μεταξύ φόβου και αγανάκτησης γινόταν όλο και πιο συχνά. Ανεβαίνοντας σε καρέκλες, κάνοντας διαρκώς άσεμνες χειρονομίες, δημιουργώντας πανδαιμόνιο με ντουντούκες και σφυρίχτρες, πετυχαίνοντας όλους ανεξαιρέτως τους καλλιτέχνες με αντικείμενα βαριά και επικίνδυνα τα οποία συχνά απείλησαν την σωματική τους ακεραιότητα και αστυνομεύοντας ουσιαστικά το γήπεδο (όποιος τολμούσε να διαμαρτυρηθεί λίγο πιο έντονα δεχόταν απειλές για ξυλοδαρμό από τραμπούκους που έσπευδαν να βρεθούν απέναντί του, αφού πρώτα τον είχαν εξυβρίσει επιδεικνύοντας απειλητικά τα…γεννητικά τους όργανα και απειλώντας κατά την προσφιλή συνήθεια του νεοέλληνα να τα χρησιμοποιήσουν, σε έξαλλη κατάσταση και ενδεχομένως υπό την επήρεια ουσιών) , κατάφεραν να επιβάλλουν το νόμο της ζούγκλας, της τρομοκρατίας και του φασισμού. Σε κάποια στιγμή ένα άδειο μπουκάλι πετάχτηκε προς την κατεύθυνσή τους, και αμέσως σαν αγέλη λύκων στράφηκαν να διαμελίσουν το άτυχο θύμα, που είχε τολμήσει να κάνει το ένα χιλιοστό από αυτό που είχαν αυτοί κάνει. Ο εκφοβισμός και η τρομοκρατία στο απόγειο τους.

Αποκορύφωμα της φασιστικής προσέγγισης, ήταν η βιντεοσκόπηση από την ομάδα αυτή, θεατών οι οποίοι διασκέδαζαν, με τον χειριστή της κάμερας να κουνά χαρτονομίσματα μπροστά στο φακό. Μία κοπέλα που τόλμησε να διαμαρτυρηθεί για τον εξευτελισμό αυτό, βρέθηκε αντιμέτωπη με έναν θηριώδη, θρασύδειλο τραμπούκο. Σε αρκετές άλλες περιπτώσεις, οι υπόλοιποι ταραχοποιοί, αφού δημιουργούσαν έκτροπα, έτρεχαν να κρυφτούν στην ασφάλεια της ομάδας τους. Δεδομένου του πως οι μικροσκοπικές γιαγιάδες και οι ηλικιωμένοι σύντροφοί τους, σαφέστατα δεν μπορούσαν να ανταποδώσουν τη βία, εικάζω πως αυτή η αντίδραση αποτελεί αντανακλαστικό αυτών των ανθρώπων, από τις μέρες που με καλυμμένα πρόσωπα καίνε την Αθήνα και την περιουσία του κοσμάκη.

Σε αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί πως η μικρή αστυνομική δύναμη που υπήρχε έξω από το γήπεδο σε καμία φάση δε μεταφέρθηκε μέσα. Σε ερώτησή μου, ο επικεφαλής δήλωσε πως «δεν επιτρέπεται». Από περιέργεια επισκέφθηκα αργότερα πηγές πληροφόρησης στο διαδίκτυο, όπου μιλούσαν για παρουσία και προστασία ισχυρών αστυνομικών δυνάμεων και ΜΑΤ. Ο λαϊκισμός, η προπαγάνδα και η παραπληροφόρηση στο αποκορύφωμά τους. Η αστυνομία ευνουχισμένη, ενοχική, αδιάφορη ή τρομαγμένη, σχεδόν συνένοχη. Αυτό όμως είναι άλλη παράμετρος. Η μήπως όχι;

Καθ’ όλη τη διάρκεια της συναυλίας, οι μουσικοί παρέμειναν στωικά στις θέσεις τους, αν και εμφανώς τρομαγμένοι, ειδικά όταν ένα μπουκάλι πέτυχε τη Δέσποινα Ολυμπίου στο πρόσωπο καταβρέχοντάς την και ενδεχομένως τραυματίζοντας την (και μάλιστα εν μέσω τραγουδιού, το οποίο προς τιμήν της δε διέκοψε) ή όταν ο Γιώργος Νταλάρας παραμέρισε τελευταία στιγμή αποφεύγοντας γυάλινο μπουκάλι, το οποίο εν συνεχεία κυριολεκτικά καρφώθηκε μέσα στην κιθάρα του που βρισκόταν ακριβώς πίσω του. Το ίδιο ακριβώς έκανε και ο κόσμος, ο οποίος όρθιος χειροκροτούσε και παρότρυνε τη συνέχεια της συναυλίας, παρόλο που αμφιβάλλω αν μπορούσε να ευχαριστηθεί τις δημιουργίες ιστορικών συνθετών, που μιλούσαν, επίκαιρα και πάλι, για ελευθερία.

…το 1919, δημιουργήθηκε το Γερμανικό Εργατικό Κόμμα, το οποίο ξεκίνησε ως φωνή διαμαρτυρίας κατά του κεφαλαίου και του καπιταλισμού. Αγανακτισμένοι, ηττημένοι και ντροπιασμένοι (μετά την ήττα το πρώτου παγκοσμίου πολέμου) Γερμανοί έσπευσαν να βρουν τη χαμένη τους ταυτότητα. Υπό την ηγεσία του Αδόλφου Χίτλερ, το κόμμα μετεξελίχθηκε σε Εθνικό Σοσιαλιστικό (National Socialists-NAZI) και σε λιγότερο από δύο δεκαετίες, εδραίωσε ένα κλίμα βίας, εξαναγκασμού, οργής, διάκρισης (Εβραίοι) και απόλυτου φασιστικού ελέγχου, με πορείες (1923), πυρκαγιές (1933, έκαψαν τη Βουλή), οργανωμένες ομάδες (Νεολαία Χίτλερ, SS) τρομοκρατία, δολοφονίες (νύχτα των μαχαιριών 1934), λογοκρισία και κάψιμο βιβλίων κα τέλος τις συνέπειες που όλοι γνωρίζουμε.

Ο αναγεννησιακός και διαφωτιστικός Βολταίρος είχε πει: «Διαφωνώ με ό,τι λες, θα υπερασπιστώ όμως μέχρι θανάτου το δικαίωμα σου να το λες». Ελπίζω να μη χρειαστεί να βιώσουμε το θάνατο κανενός, (όπως κάλλιστα θα μπορούσε να είχε συμβεί χθες) για να συνειδητοποιήσουμε τους πραγματικούς κινδύνους και την απειλή στη δημοκρατία που εγκυμονεί η σημερινή κατάσταση και κατεύθυνση της χώρας μας. Άλλωστε στις πολώσεις και στους εμφύλιους, είμαστε επιρρεπείς και πολλοί το ξέρουν και το έχουν εκμεταλλευτεί αυτό• και διαιρεμένοι, όπως είχε πει και ο Καίσαρας («διαίρει και βασίλευε») κατευθυνόμαστε και ελεγχόμαστε καλύτερα.

Τώρα μπορείς να επιλέξεις να ενδώσεις στον όχλο, στο φόβο, στις σταυροφορίες, στη μαζική υστερία, στη βίαιη διαμαρτυρία, στο λαϊκισμό και στη δημαγωγία• ή να αντισταθείς δημοκρατικά σκεπτόμενος.